ἀγαπάει

ἀγαπάει
ἀγαπάω
greet with affection
pres ind mp 2nd sg (epic doric aeolic)
ἀγαπάω
greet with affection
pres ind act 3rd sg (epic doric aeolic)
ἀγαπάζω
treat with affection
fut ind mid 2nd sg (epic doric aeolic)
ἀγαπάζω
treat with affection
fut ind act 3rd sg (epic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Liste griechischer Phrasen/Tau — Tau Inhaltsverzeichnis 1 τὰ ἑπτὰ θεάματα τῆς οἰκουμένης …   Deutsch Wikipedia

  • κουμπάρος — ο, θηλ. κουμπάρα (Μ κουμπάρος) 1. αυτός που αλλάζει τα γαμήλια στέφανα ή ο μάρτυρας σε πολιτικό γάμο 2. αυτός που βαφτίζει κάποιον, ο ανάδοχος 3. φιλική προσφώνηση μεταξύ και αγνώστων ακόμη χωρικών νεοελλ. 1. φρ. «τού κουμπάρου τ άχερα» δημώδης… …   Dictionary of Greek

  • στεργοξύνευνος — ον, Α αυτός που αγαπάει τη σύζυγό του ή αυτή που αγαπάει τον σύζυγό της. [ΕΤΥΜΟΛ. < στέργω + ξύνευνος «σύζυγος»] …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …   Dictionary of Greek

  • εικονόφιλος — η, ο 1. που αγαπάει τα έργα ζωγραφικής, που αγαπάει τη ζωγραφική. 2. εικονολάτρης (βλ. λ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φιλόζωος — η, ο 1. αυτός που αγαπάει υπερβολικά τη ζωή του: Είναι φιλόζωος και φιλοτομαριστής. 2. αυτός που αγαπάει τα ζώα, ζωόφιλος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φιλόμουσος — η, ο 1. ο φίλος των Μουσών, αυτός που αγαπάει τις καλές τέχνες και μάλιστα τη μουσική: Οι φιλόμουσοι πηγαίνουν συχνά στις συναυλίες. 2. φιλομαθής, αυτός που αγαπάει τη μόρφωση, ο μορφωμένος: Έχει πολλά βιβλία στη βιβλιοθήκη του είναι φιλόμουσος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Medieval Greek — Ἑλληνική Ellinikí Spoken in eastern Mediterranean Extinct developed into Modern Greek by 1453 …   Wikipedia

  • Byzantinisches Griechisch — Mittelgriechisch Zeitraum 600–1453 Ehemals gesprochen in Staatsgebiet des Byzantinischen Reichs, südliche Balkanhalbinsel, Süditalien, Kleinasien, Schwarzmeerküste, Ostküste des Mittelmeers und heutiges Ägypten Linguistische Klassifikation Indo… …   Deutsch Wikipedia

  • Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”